LIVE REVIEW: The Room Of Doom Festival, 03/11/18, On Thorns I Lay, Decemberance, Marche Funebre, Ocean Of Grief, @Temple
Ανταπόκριση: 'Αρια Γιαννακοπούλου
Φωτογραφίες: Αναστασία Παπαδάκη
Στην μόλις τρίτη ημέρα ενός δυσάρεστα θερμού Νοεμβρίου, βρίσκομαι σε έναν σχετικά καινούριο χώρο ... λατρείας της underground μουσικής, το Temple της Ιάκχου στον Κεραμεικό. Ο λόγος που με οδήγησε προς τα εκεί ήταν το πολλά υποσχόμενο “Room of Doom Fest”, υπό τη διοργάνωση της ραδιοφωνικής εκπομπής Room 302 που εκπέμπει στο Rock Velvet Radio, που, με την αναπόφευκτη και ιδιαιτέρως καλοδεχούμενη ευθεία αναφορά στο Silent Hill είναι ένα διαμάντι μελαγχολίας για τους λάτρεις της ατμόσφαιρας. Σαφώς, όπως εκ των υστέρων αποδείχθηκε, το εγχείρημα που διοργανώθηκε κάτω από το όνομά της, ήταν άρτιο από κάθε άποψη, και, αν μου επιτρέπεται, καλό θα ήταν να λειτουργήσει ως πρότυπο ήθους και για άλλους διοργανωτές.
Φθάνω στον χώρο στις 8 ακριβώς, ώρα εμφάνισης του πρώτου συγκροτήματος, των Ocean of Grief. Ένα ιδιαιτέρως φρέσκο μελωδικό death/doom σχήμα με εμφανή αγάπη στον σουηδικό μοντέρνο ήχο των Enshine και Slumber, και σαφή σκοπό να μας παρουσιάσει το νέο του album "Nightfall's Lament". Τα death metal φωνητικά από έναν τεχνικό και εκφραστικό τραγουδιστή, η γλυκιά μελαγχολία στις κιθάρες και οι στιβαρές μπασογραμμές έδωσαν τον τόνο για τη βραδιά με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, καθώς ο ήχος ήταν κρυστάλλινος.
Το setlist άνοιξε με το ομότιτλο κομμάτι του EP που κυκλοφόρησε το 2016, έτος σύστασης της μπάντας, “After A Long Time”, και συνέχισε με την παρουσίαση τεσσάρων από τα κομμάτια του φετινού τους δίσκου, “Painting My Sorrow” , “Mourning Over Memories” , “Fiend Of The Overlord" και “ In Bleakness”. Το κοινό, το οποίο μόλις είχε αρχίσει να προσέρχεται, έδειξε θέρμη και ενθουσιασμό για το καλά προετοιμασμένο γκρουπ, και οι επευφημίες ήταν μαζικές.
Το setlist άνοιξε με το ομότιτλο κομμάτι του EP που κυκλοφόρησε το 2016, έτος σύστασης της μπάντας, “After A Long Time”, και συνέχισε με την παρουσίαση τεσσάρων από τα κομμάτια του φετινού τους δίσκου, “Painting My Sorrow” , “Mourning Over Memories” , “Fiend Of The Overlord" και “ In Bleakness”. Το κοινό, το οποίο μόλις είχε αρχίσει να προσέρχεται, έδειξε θέρμη και ενθουσιασμό για το καλά προετοιμασμένο γκρουπ, και οι επευφημίες ήταν μαζικές.
Κατά τις 9 παρά δέκα, ανεβαίνουν στη σκηνή οι Marche Funèbre, με τις εναλλαγές σε blackened death και μελωδικά καθαρά φωνητικά σε ένα προσγειωμένο και δυναμικό παίξιμο, γιορτάζοντας μια δεκαετία στο χώρο. Μου έκανε εντύπωση ότι παρά την επέτειο, επέλεξαν να παίξουν κομμάτια αποκλειστικά από το 2017 και μετά.
Δύο (τα αγαπημένα πια, τα “Capital of Rain” και “Lullaby of Insanity”) από το εξαιρετικό full-length “Into the Arms of Darkness”, το “Darkness” από το split τους με τους Eye of Solitude κι άλλα δύο από το φετινό τους EP “Death Wish Woman”. Το ομότιτλο και το οικείο σε όλους “As I Die”,cover - φόρος τιμής στους Paradise Lost, το οποίο ίσως οικειοποιήθηκε σε έναν βαθμό και να μην ανέδειξε ιδιαίτερα τις δυνατότητες της μπάντας σε αυτούς που δεν ήταν εξοικειωμένοι με αυτή.
Δύο (τα αγαπημένα πια, τα “Capital of Rain” και “Lullaby of Insanity”) από το εξαιρετικό full-length “Into the Arms of Darkness”, το “Darkness” από το split τους με τους Eye of Solitude κι άλλα δύο από το φετινό τους EP “Death Wish Woman”. Το ομότιτλο και το οικείο σε όλους “As I Die”,cover - φόρος τιμής στους Paradise Lost, το οποίο ίσως οικειοποιήθηκε σε έναν βαθμό και να μην ανέδειξε ιδιαίτερα τις δυνατότητες της μπάντας σε αυτούς που δεν ήταν εξοικειωμένοι με αυτή.
Η προσέλευση μόλις που άρχισε να αυξάνεται μία ώρα μετά. 10 παρά 10 διαδέχονται των Βέλγων οι δικοί μας Decemberance, μια μπάντα – σταθμός με τον ιδιαίτερο, funeral (σε σημεία) death/doom έρποντα ήχο της και το δύσκολο χρέος ενός εξαιρετικού μουσικού, drummer και τραγουδιστή ταυτόχρονα.
Λόγω της μεγάλης διάρκειας των αργόσυρτων, επιβλητικών κομματιών τους, μας παρουσίασαν μονάχα τρία τραγούδια, δύο εκ του περσινού τους album “Conceiving Hell” (“The Scepter” και “Departures”) και το “Anxiety Grasps Our Perspective” από το “Inside” του 2009, με τη βοήθεια μίας τσελίστριας, η οποία προσέθεσε το ταλέντο της και την αφοσίωσή της σε αυτό το μοναδικό όργανο στην, κατ' εμέ, καλύτερη εμφάνιση της βραδιάς.
Λόγω της μεγάλης διάρκειας των αργόσυρτων, επιβλητικών κομματιών τους, μας παρουσίασαν μονάχα τρία τραγούδια, δύο εκ του περσινού τους album “Conceiving Hell” (“The Scepter” και “Departures”) και το “Anxiety Grasps Our Perspective” από το “Inside” του 2009, με τη βοήθεια μίας τσελίστριας, η οποία προσέθεσε το ταλέντο της και την αφοσίωσή της σε αυτό το μοναδικό όργανο στην, κατ' εμέ, καλύτερη εμφάνιση της βραδιάς.
Κατά τις 11, τη σκυτάλη παίρνουν οι headliners On Thorns I Lay, οι οποίοι φέτος κυκλοφόρησαν το “Aegean Sorrow”, μια επιστροφή στις πρώτες τους, death/doom μέρες. Το κοινό φάνηκε εξ αρχής ενθουσιασμένο, από τις πρώτες νότες του instrumental “Infinity” για μια εμφάνιση που σίγουρα δεν απογοήτευσε τους οπαδούς του σχήματος.
Αυτή η πρώτη επαφή επισφραγίζεται από το πρώτο, ομότιτλο κομμάτι του νέου δίσκου, το οποίο οι περισσότεροι φαίνονται ήδη να γνωρίζουν καλά, και συνεχίζει με το κλασσικό, πια, “Crystal Tears” του '99, στο οποίο συνοδεύει η Ruby Μπουζιώτη με την αιθέρια φωνή της και την καλαίσθητη σκηνική της παρουσία.
Το set συνεχίζει με το “Erevos” από τον καινούριο δίσκο, και έπειτα φεύγει ξανά πίσω, σε εποχές “Crystal Tears” (με το “Feelings”)και “Future Narcotic” (που εκπροσωπείται από την εκτέλεση του “Ethereal Blue”), με ένα διάχυτο νοσταλγικό συναίσθημα και πολλή συγκίνηση από τους μακροχρόνιους οπαδούς του σχήματος. Ξανά στο σήμερα, με τα “Olethros I&II” να διαχέουν δυναμισμό στο χώρο, για να επιστρέψει ο ήχος στις εποχές των πρώιμων βημάτων του σχήματος με το “In Heaven's Island” του “Orama” των '90s και το “Love Can Be a Wave” από “Future Narcotic”.
Ως οπαδός των πρώτων τους δίσκων, ήταν μια στιγμή που με ευχαρίστησε ιδιαίτερα, και τότε, μόλις, συνέδεσα τον τελευταίο τους δίσκο με αυτούς, τους παλιούς. Επανερχόμαστε στο 2018 με το “In Emerald Eyes”. Κάπου εδώ, η μπάντα μας συστήνει δύο νέα μέλη. Είναι, πια, πίσω για να μείνουν, ας ελπίσουμε και με συχνότερες εμφανίσεις. Επιμένουν στο “Future Narcotic” με το πολύ αγαπημένο “Desire”, κι έπειτα κλείνουν με το “Oceans” από το “Orama”.
Δεν μπορώ να φανταστώ καλύτερο επίλογο από αυτά τα δύο αριστουργήματα. Η επιλογή των κομματιών της βραδιάς μπόρεσε να ικανοποιήσει κάθε είδους ακροατή των On Thorns I Lay, από τους πιο old-school, όπως εγώ, μέχρι και τους νεότερους οπαδούς της μπάντας. Επί σκηνής είδα μία ώριμη, μεστή συλλογικότητα μουσικών με εξαιρετική επικοινωνία και σεμνότητα, καλοπροβαρισμένη και δεμένη.
Αυτή η πρώτη επαφή επισφραγίζεται από το πρώτο, ομότιτλο κομμάτι του νέου δίσκου, το οποίο οι περισσότεροι φαίνονται ήδη να γνωρίζουν καλά, και συνεχίζει με το κλασσικό, πια, “Crystal Tears” του '99, στο οποίο συνοδεύει η Ruby Μπουζιώτη με την αιθέρια φωνή της και την καλαίσθητη σκηνική της παρουσία.
Το set συνεχίζει με το “Erevos” από τον καινούριο δίσκο, και έπειτα φεύγει ξανά πίσω, σε εποχές “Crystal Tears” (με το “Feelings”)και “Future Narcotic” (που εκπροσωπείται από την εκτέλεση του “Ethereal Blue”), με ένα διάχυτο νοσταλγικό συναίσθημα και πολλή συγκίνηση από τους μακροχρόνιους οπαδούς του σχήματος. Ξανά στο σήμερα, με τα “Olethros I&II” να διαχέουν δυναμισμό στο χώρο, για να επιστρέψει ο ήχος στις εποχές των πρώιμων βημάτων του σχήματος με το “In Heaven's Island” του “Orama” των '90s και το “Love Can Be a Wave” από “Future Narcotic”.
Ως οπαδός των πρώτων τους δίσκων, ήταν μια στιγμή που με ευχαρίστησε ιδιαίτερα, και τότε, μόλις, συνέδεσα τον τελευταίο τους δίσκο με αυτούς, τους παλιούς. Επανερχόμαστε στο 2018 με το “In Emerald Eyes”. Κάπου εδώ, η μπάντα μας συστήνει δύο νέα μέλη. Είναι, πια, πίσω για να μείνουν, ας ελπίσουμε και με συχνότερες εμφανίσεις. Επιμένουν στο “Future Narcotic” με το πολύ αγαπημένο “Desire”, κι έπειτα κλείνουν με το “Oceans” από το “Orama”.
Δεν μπορώ να φανταστώ καλύτερο επίλογο από αυτά τα δύο αριστουργήματα. Η επιλογή των κομματιών της βραδιάς μπόρεσε να ικανοποιήσει κάθε είδους ακροατή των On Thorns I Lay, από τους πιο old-school, όπως εγώ, μέχρι και τους νεότερους οπαδούς της μπάντας. Επί σκηνής είδα μία ώριμη, μεστή συλλογικότητα μουσικών με εξαιρετική επικοινωνία και σεμνότητα, καλοπροβαρισμένη και δεμένη.
Συνολικά, η
εμπειρία του “Room of Doom”
δε θα μπορούσε να είναι καλύτερη. Από το προσιτό εισιτήριο και την πιστή τήρηση
του χρονοδιαγράμματος μέχρι την ποιότητα και την απόδοση των συγκροτημάτων. H
άποψή μου είναι πως πρέπει να καθιερωθεί ως ένας μουσικός θεσμός. Nα
στηριχθεί και να ενισχυθεί από τους οπαδούς του σκληρού ατμοσφαιρικού ήχου, τους οποίους δεν βλέπουμε συχνά, πλέον, σε τέτοιες εκδηλώσεις.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου